Όταν ήταν μια μικρή χαριτωμένη παιδούλα,
παρακολουθούσε με πάθος το "Θέατρο της Δευτέρας" και άκουγε μανιωδώς
παλιές θεατρικές παραστάσεις στο ραδιόφωνο. Κάποια μέρα άκουσε τον Μάνο
Κατράκη και την Έλλη Λαμπέτη να παίζουν «Άμλετ». Τότε ήταν που κατάλαβε
τι πρέπει να κάνει στη ζωή της. Να λέει ιστορίες και να ταξιδεύει τους
ανθρώπους αλλού. Σε παλάτια, σε κάστρα, σε παρασκήνια. Να λειτουργεί
μηχανισμούς που βάζουν σε κίνηση τα πράγματα. Να εγείρει βάθρα και να
φτιάχνει εικόνες με τον αγέρωχο νου της. Κι εκεί έστρεψε την καρδιά της.
Φέτος είδα τη Γωγώ Μπρέμπου σε δύο διαφορετικές θεατρικές παραστάσεις.
Στην «Καύση» του Στράτου Τζίτζη και στο «Έγκλημα στα παρασκήνια» σε
σκηνοθεσία Κατερίνας Μπερδέκα. Ήταν καταλυτική. Αναρωτιόμουν πού σταματά
η πραγματική εμπειρία και δράση και πού αρχίζει το παιχνίδι της
φαντασίας. Ηθοποιός με θάρρος, δυνατούς παλμούς, θέληση. Δυνατή, ικανή,
αταλάντευτη. Σίγουρη για τον εαυτό της, απλή, κοινωνική και άνετη, με
διερευνητικό πνεύμα. Στη σκηνή είναι σαν πρόσωπο παραμυθιού, κάποια που
έχεις γνωρίσει σε μια άλλη πραγματικότητα, σε ένα φιλμ νουάρ ή σε
κάποιον πίνακα διάσημου ζωγράφου.
Μοιάζει με εκείνες τις πανέμορφες
μαντόνες της Αναγέννησης, με
τα μακριά μαλλιά της να πέφτουν λυτά και ανάκατα στο σώμα της, χαλαρή
κι ανεπιτήδευτη. Μια ζεστή εικόνα είναι η Γωγώ Μπρέμπου, της όρασής μας
ευτυχία. Ένα ωραίο πλάσμα, κομψό κι ευγενικό. Γλυκιά κι εκρηκτική, σαν
βόμβα τυλιγμένη σε μετάξι. Τι είδα σ’ αυτήν; Ένα κύμα που δροσίζει.
Είδα
την ερμηνευτική ποικιλία, το ανάστημα, την εμβέλεια. Το ταλέντο δίχως
το άγχος και το βάρος τού να αρέσει. Τη σκηνική παρουσία που ενώνει δύο
εποχές. Την προσωπικότητα, την ευστοχία και το αίσθημα. Ανάλαφρη, μαγική
κι αξιαγάπητη, μοιάζει με εκείνο το ιδιαίτερο λεπτό που κάνει το χρόνο
να σταματά. Μια λεύκα που δακρύζει κεχριμπάρι είναι η αξιαγάπητη Γωγώ…
Διαβάστε τη συνέντευξη.
Φωτογραφίες: Γιάννης Πρίφτης
* Γεννήθηκα στην Αθήνα, στο Χολαργό, και οι
ευχάριστες αναμνήσεις που έχω είναι τα δέντρα γύρω από το σπίτι μου, οι
λεμονιές, κάποια μεγάλα σπίτια στη Μεσογείων με πολύ μεγάλα οικόπεδα
που είχαν πλατάνια και πηγαίναμε και παίζαμε εμείς της γειτονιάς, κάναμε
εξερευνήσεις σ’ αυτά τα έρημα σπίτια. Θυμάμαι ότι το Πάσχα γιορτάζαμε
όλοι μαζί στο δρόμο, κάναμε μία κατάληψη τέλος πάντων σ’ αυτούς τους
τεράστιους κήπους που ήταν έρημοι... Πολύς ήλιος, πολύ πράσινο.
Η γιαγιά
* Θυμάμαι τη γιαγιά μου, η οποία ακόμα
εξακολουθεί να είναι μια χαρά, που το πρωί της Κυριακής, όταν έφτιαχνε
ένα φαγητό, μου έδινε και δοκίμαζα πρώτη για να δω αν είναι ωραίο.
Θυμάμαι αυτές τις πολύ όμορφες μυρωδιές της κουζίνας, που είναι η γιαγιά
μου, η μαμά μου και μαγειρεύουν και μυρίζει όλο το σπίτι ζάχαρη ψημένη
με σοκολάτα, κάτι νόστιμο.
Οι κηρομπογιές
* Με τις αδερφές μου το βράδυ ξυπνούσαμε
και ζωγραφίζαμε τους τοίχους του σπιτιού. Είχαμε ανακαλύψει μόλις τις
κηρομπογιές κι απ’ το χαρτί περάσαμε στον τοίχο, στο μεγάλο χώρο. Κι οι
γονείς μου, όταν το είδαν, έπαθαν σοκ. Όταν έβαψαν ξανά το σπίτι, ένα
βράδυ η αδερφή μου η μεγάλη, η Μαρία, με ξυπνάει και μου λέει «Γωγώ, έχω
κάτι να σου δείξω» κι ανοίγει ένα κουτί απ’ τα τσιγάρα του μπαμπά μου, ο
οποίος κάπνιζε «άσσο κασετίνα». Εκεί μέσα είχε φυλάξει κηρομπογιές και
ξαναρχίσαμε και ζωγραφίζαμε τον τοίχο. Θυμάμαι ότι με τις αδερφές μου
παίζαμε όλη την ώρα μέσα στο σπίτι, κάναμε ότι το σπίτι είναι καράβι,
και με τη Χριστίνα, τη μικρή και με τη μεγάλη, τη Μαρία. Θυμάμαι τη φίλη
μου τη Μαριλένα, που πηγαίναμε μαζί σχολείο κάθε πρωί, γιατί ήμασταν
και γειτόνισσες και συμμαθήτριες. Θυμάμαι μια διαδρομή που κάναμε και
ήταν σαν κινέζικη ταινία… Χιόνι, βροχή, ανθισμένα χωράφια, λασπωμένα.
Οι «Νταντάδες»
* Θυμάμαι την πρώτη φορά που είδα θέατρο…
Οι γονείς μου με πήγαν σε ένα πολύ ακατάλληλο έργο όταν ήμουν μικρή.
Στους «Νταντάδες» του Σκούρτη. Πρέπει να ήμουν πέντε, δεν ξέρω πώς μ’
αφήσανε κιόλας να μπω. Βλέπω λοιπόν αυτό το έργο, καταλαβαίνω -είμαι
πάρα πολύ μικρή βέβαια- ότι κάτι σημαντικό συμβαίνει στη σκηνή κι αρχίζω
και τρομάζω γιατί είναι ένα έργο που σαφώς δεν είναι για παιδιά. Και
μετά το βράδυ δεν είχα κοιμηθεί από την ταραχή μου, γιατί κάποια στιγμή
στη σκηνή εμφανίζεται ένα πτώμα. Τρόμαξα αλλά κατάλαβα βέβαια ότι δεν
είναι αληθινό. Η μεγάλη μου αδερφή είχε απορία και με ρωτούσε το βράδυ,
γιατί κοιμόμασταν στο ίδιο δωμάτιο, «ρε Γωγώ αυτό που είδαμε ήταν
αληθινό» και της έλεγα «όχι, όχι».
«Τσαχπίνα»
* Θυμάμαι τον κύριο Φώτη που δεν ζει πια,
έναν κύριο που έμενε στη γειτονιά μας, ο οποίος ήταν Μικρασιάτης και μου
έλεγε τη λέξη «τσαχπίνα» και τη λέξη «μεράκι». Εντάξει, όταν είσαι
μικρός δεν καταλαβαίνεις τι σημαίνουν όλα. Και το έλεγε με έναν τρόπο
πάρα πολύ γραφικό και όμορφο. Μας έψηνε καφέ, δεν τον πίναμε, κάναμε ότι
τον πίναμε. Αυτές είναι ευχάριστες αναμνήσεις.
Παιδικά βιώματα
* Τα παιδικά βιώματα μπορεί να έχουν να
κάνουν με το αν θα ασχοληθεί κάποιος με μια παραστατική τέχνη, έχουν να
κάνουν με μια ικανότητα κάποιων ανθρώπων να βλέπουν τον κόσμο κάπως
αλλιώτικο, να τον αντιλαμβάνονται λίγο διαφορετικά.
Στη γειτονιά
* Επειδή ήμασταν πολλά παιδιά στη γειτονιά
μας, κάναμε διαρκώς αγώνες. Εκτός από τα «μήλα», και πιο οργανωμένες
δραστηριότητες. Λοιπόν, η πρώτη παράσταση που έπαιξα ήταν στη γειτονιά
μου, όταν ήμουν τριών - τεσσάρων χρονών. Ήταν μία παράσταση για την
Ευρώπη. Μάλλον επειδή είχε προηγηθεί η γενιά των παιδιών της
μεταπολίτευσης, οι ξένες χώρες ήταν κάτι πολύ καινούργιο, η Ευρώπη ήταν
πολύ καινούργια, είχαν αλλάξει μόλις τα συστήματα στο σχολείο και
παριστάναμε πως ήμασταν ο καθένας από μία χώρα κι εγώ κρατούσα το ρόλο
της Αμερικής όπου κάτι απαιτούσα να μου δώσουν. Βλέπετε, είχαν τέτοιους
προβληματισμούς στη γειτονιά μας, πολιτικούς…
Ηθοποιός
* Νομίζω βέβαια ότι πάντα ήθελα να γίνω
ηθοποιός αλλά δεν μπορούσα να το ομολογήσω. Ντρεπόμουν και τον εαυτό
μου, γιατί δεν καταλάβαινα ακριβώς τι είναι αυτό, δηλαδή ένα επάγγελμα
που μπορείς να πας να το σπουδάσεις, κι επίσης δεν υπήρξε κάποια
παρότρυνση από την οικογένειά μου στο να στραφώ προς τα εκεί. Γιατί οι
περισσότεροι γονείς προτιμούν τα παιδιά τους να κάνουν πολύ πιο πρακτικά
πράγματα, πρακτικά με την έννοια της υλικής πραγματικότητας της ζωής.
Αλλά αυτό το ήθελα πάντα. Θυμάμαι ότι η γιαγιά μου με έβαζε και άκουγα
το «Θέατρο της Δευτέρας». Νομίζω ότι πρώτα ηχητικά κινήθηκα, ώστε να
γοητευτώ τόσο πολύ από το θέατρο.
Λαμπέτη και Κατράκης
* Όταν πήγαινα στο γυμνάσιο είχα ένα από
αυτά τα εφηβικά δωμάτια που έχουν πάρα πολλά κουκλάκια, πάρα πολλές
αφίσες κι όλα αυτά. Και ένα απόγευμα που νιώθω αυτή τη μελαγχολία της
εφηβείας και είμαι κλεισμένη στο δωμάτιο, βάζω ραδιόφωνο και ακούω τη
φωνή της Λαμπέτη και του Κατράκη να παίζουν ένα θεατρικό, το οποίο δεν
ήταν στη σκηνή, ήταν μόνο για το ραδιόφωνο, τον «Άμλετ». Το έχω γράψει
σε κασέτα, τότε είχαμε ένα μαγνητόφωνο που γράφαμε κασέτες. Πατάω την
κασέτα, το γράφω και ένιωσα σαν να μεταφέρομαι κάπου αλλού, σαν να ήμουν
μέσα στο παλάτι αυτό, σαν να έβλεπα τα πάντα και τότε κατάλαβα ότι αυτό
θέλω να κάνω. Να λέω ιστορίες και να μεταφέρω τους ανθρώπους αλλού.
Επίδαυρος
* Πρώτη παράσταση που έπαιξα ήταν η «Ελένη»
του Ευριπίδη στην Επίδαυρο, σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά και μόλις
είχα τελειώσει τη δραματική σχολή Βεάκη. Ήμουν στο Χορό, πρώτη μου
εμπειρία στη σκηνή.
Mε την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη - Ελένη, τον Λευτέρη Βογιατζή - Μενέλαο, τον Μιχαήλ Μαρμαρινό - Θεοκλύμενο, τον Λάζαρο Γεωργακόπουλο - Τεύκρο, τον Τάσο Πεζιρκιανίδη και τον Άρη Λεμπεσόπουλο - αγγελιαφόρους, την Ιωάννα Τσιριγκούλη - Θεονόη. Στο χορό ήμασταν οι Ναταλία Δραγούμη, Μαρία Πρωτόπαππα, Σμαράγδα Καρύδη, Άννα Μάσχα, Εβελίνα Παπούλια, Ίρις Χατζηαντωνίου, Ευγενία Αποστόλου, Βασιλική Δήμου, Λένα Κιτσοπούλου, Ρούλα Κουτρουμπέλη, Κατερίνα Παπαγεωργίου, Βάλια Παπαχρήστου, Θεοδώρα Τζήμου, Έλενα Τοπαλίδου, Ράια Τσακιρίδη και εγώ.
Mε την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη - Ελένη, τον Λευτέρη Βογιατζή - Μενέλαο, τον Μιχαήλ Μαρμαρινό - Θεοκλύμενο, τον Λάζαρο Γεωργακόπουλο - Τεύκρο, τον Τάσο Πεζιρκιανίδη και τον Άρη Λεμπεσόπουλο - αγγελιαφόρους, την Ιωάννα Τσιριγκούλη - Θεονόη. Στο χορό ήμασταν οι Ναταλία Δραγούμη, Μαρία Πρωτόπαππα, Σμαράγδα Καρύδη, Άννα Μάσχα, Εβελίνα Παπούλια, Ίρις Χατζηαντωνίου, Ευγενία Αποστόλου, Βασιλική Δήμου, Λένα Κιτσοπούλου, Ρούλα Κουτρουμπέλη, Κατερίνα Παπαγεωργίου, Βάλια Παπαχρήστου, Θεοδώρα Τζήμου, Έλενα Τοπαλίδου, Ράια Τσακιρίδη και εγώ.
Με καραβάκι
* Στην Επίδαυρο πήγα με καραβάκι γιατί τότε
πήγαιναν καραβάκια, δεν ήθελα να είμαι στο πούλμαν. Έβρεξε την πρώτη
μέρα, βράχηκαν τα πάντα, ακυρώθηκε η πρεμιέρα μας και παίξαμε Σάββατο
και Κυριακή, το θυμάμαι αυτό. Θυμάμαι επίσης ότι δεν μας άφηναν να πάμε
στη θάλασσα να κάνουμε μπάνιο για να μην κλείσει η φωνή μας. Αλλά ήμουν
πολύ μικρή και άπειρη κι αυτό μου φαινόταν αφύσικο. Ήθελα να δω τη
θάλασσα και να μπω μέσα.
Απόλυτο δέος
* Βλέπαμε από την ορχήστρα το αρχαίο
θέατρο, νιώθαμε το απόλυτο δέος αλλά θυμάμαι και τα γέλια που κάναμε με
τα κορίτσια. Είχα περάσει πραγματικά ωραία, όλο αστεία μεταξύ μας
ήμασταν.
Το τηλέφωνο της... Επιδαύρου
* Ένα αστείο περιστατικό μου συνέβη πριν
βγω στην ορχήστρα της Επιδαύρου. Ήμασταν έτοιμες, συγκεντρωμένες για να
κάνουμε την πάροδο. Μας χαιρετάει ο Βογιατζής για να βγει στη σκηνή. Και
ξαφνικά εκεί όπως είναι η είσοδος του θεάτρου, τα δέντρα, το φαρδύ
μονοπάτι το παλιό, το οποίο υπάρχει ακόμα, ήταν ένα κουβούκλιο με
τηλέφωνο μέσα. Εκεί περίμενε ο Χορός πάντα. Εκεί λοιπόν που περιμένουμε
να βγούμε, χτυπάει το τηλέφωνο. Σηκώνω το ακουστικό και λέω «παρακαλώ»,
γιατί σκέπτομαι πως μπορεί να θέλουν να μας ειδοποιήσουν για κάτι, ότι
κάποιος κάτι έπαθε από τα παρασκήνια, είχα άγχος. Ακούω όμως μια κυρία
να λέει: «Γεια σας, σήμερα τι παίζει στην Επίδαυρο;» και απαντάω
«’’Ελένη’’ του Ευριπίδη, σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά με τους…» και το
κλείνω. Φέτος πήγα να δω μια παράσταση, ρώτησα το φύλακα αν υπάρχει
ακόμα αυτό το τηλέφωνο. Είδα το κουβούκλιο και συγκινήθηκα. Δεν είναι η
τηλεφωνική συσκευή μέσα πια αλλά το κουτί ανάμεσα στα πεύκα υπάρχει.
Φοβερό περιστατικό;
Δάσκαλοι
* Στη σχολή είχα την τύχη να έχω σπουδαίους
δασκάλους. Ήταν όλοι ένας κι ένας. Ο Νικήτας Τσακίρογλου, η Εύα
Κοταμανίδου, ο Γιώργος Γεωγλερής, ο Δημήτρης Οικονόμου που πια δεν ζει, η
Έρση Πίττα. Ήταν όλοι τους υπέροχοι δάσκαλοι. Το καταλάβαινα βέβαια
και όταν ήμουν στη σχολή, αλλά κυρίως το κατάλαβα μετά, όταν άρχισα να
δουλεύω. Για κάποιες συμπεριφορές, όχι μόνο σκηνικές, αλλά συμπεριφορές
κοινωνικές μέσα στο θέατρο, οι καθηγητές μας μάς μιλούσαν από τότε. Και
στη δουλειά τους εξαιρετικοί ως δάσκαλοι, μας μάθαιναν τι σημαίνει
δουλεύω ένα κομμάτι, τι σημαίνει τραγωδία.
Νικήτας Τσακίρογλου
* Ο Νικήτας Τσακίρογλου επέμενε πάρα πολύ
σε κάποια πράγματα. Μας έλεγε ότι στο θέατρο δεν χρειάζεται όταν είσαι
νέος να έχεις συναναστροφές, χρειάζεται όταν είσαι έτοιμος με το ρόλο
σου να κάνεις οντισιόν και να πηγαίνεις να διεκδικείς τη δουλειά σου
πάνω στη σκηνή, όχι γύρω γύρω, και σ’ αυτό είχε πάρα πολύ μεγάλο δίκιο.
Αυτό κάνει ένα νέο ηθοποιό να προσπαθεί να φτιάξει δική του
προσωπικότητα, να μην εξαρτάται. Και σ’ αυτό ήταν αυστηρότατος.
Εύα Κοταμανίδου
* Η Εύα Κοταμανίδου επίσης όταν ήμουν στο
δεύτερο έτος της σχολής με είχε προτείνει στον Θόδωρο Αγγελόπουλο για
μια ταινία του. Αν και ήμουν πάρα πολύ μικρή, όταν μου είπε «νομίζω ότι
κάνεις», ένιωσα τεράστια περηφάνια. Δεν έχει σημασία που δεν με πήρε,
γιατί βέβαια το ρόλο, εγώ ήμουν τότε είκοσι ενός ετών και δεν ήξερα
τίποτα, τον έπαιξε τελικά η Μάγια Μόργκενστεν που είναι μια σπουδαία
ηθοποιός. Και μόνο το γεγονός όμως ότι με πρότεινε καθηγήτριά μου από τη
σχολή να κάνω κάτι τέτοιο, με έκανε να νιώσω πολύ περήφανη. Τότε ήμουν
πολύ ντροπαλή για να πω ευχαριστώ, αλλά το έχω σαν ανάμνηση μέσα μου
πολύτιμη. Είναι φοβερό ένας δάσκαλός σου, που τον αγαπάς και τον εκτιμάς
και περιμένεις από αυτόν να μάθεις, να σου δίνει κάτι τέτοιο, μια
τέτοια αναγνώριση.
Γιώργος Γεωγλερής
* Ο Γιώργος Γεωγλερής είναι νομίζω από τους
λίγους καθηγητές και ηθοποιούς που έχουν τόσο μεγάλη εγκυκλοπαιδική
μόρφωση όσον αφορά στο ελληνικό θέατρο από τις αρχές του αιώνα. Ξέρει τα
πάντα για το ελληνικό θέατρο, είναι πάρα πολύ διαβασμένος και πάρα πολύ
πρακτικός στη σκηνή, επίσης με βαθύ ήθος.
Αντώνης Τέμπας
* Ο Αντώνης Τέμπας που δεν ζει πια, ο
οποίος ήταν και ο πρώτος που έκανε στην Ελλάδα, σε δραματική σχολή,
διδασκαλία τραγουδιού όπερας. Ήταν τενόρος, με καριέρα στο εξωτερικό και
μας έκανε όπερα στη σχολή. Δεν έχει σημασία αν μπορούσαμε να
τραγουδήσουμε όπερα ή όχι αλλά ότι είναι σημαντικό σε μια δραματική
σχολή στην Ελλάδα να κάνεις αυτό το μάθημα το οποίο είναι μια απίστευτη
καλλιέργεια ακοής και ψυχής.
Πάγια Μουστάκη - Βεάκη
* Ήταν μια καταπληκτική σχολή και τόσο
δύσκολη και τόσες πολλές οι ώρες των μαθημάτων, που αργότερα, όταν
άρχισα να εργάζομαι ως επαγγελματίας ηθοποιός, μου φάνηκαν λίγες οι
πέντε ώρες πρόβας. Κάναμε δέκα ώρες μάθημα και η σχολή μας ήταν αυστηρή
και σκληρή. Διευθύντρια ήταν η Πάγια Μουστάκη - Βεάκη. Η σύζυγος του
γιου του Αιμίλιου Βεάκη.
«Έγκλημα στα παρασκήνια»
* Τώρα παίζω στο «Από μηχανής Θέατρο», το
«Έγκλημα στα παρασκήνια» του Γιάννη Μαρή. Θεωρώ σπουδαία την αστυνομική
λογοτεχνία γιατί ιντριγκάρει αυτό το βασικό ένστικτο καταστροφής που
έχουμε όλοι μας. Διότι υπάρχει κι αυτό στους ανθρώπους, δεν είναι όλα
μόνο θετικά συναισθήματα. Όπως το θέμα της εκδίκησης, της αίσθησης του
δικαίου, της αποκατάστασης της δικαιοσύνης… Αλλά και το έγκλημα ασκεί
μεγάλη γοητεία στους ανθρώπους, η παραβατική συμπεριφορά, οι ακραίες
προσωπικότητες. Ο Γιάννης Μαρής μ’ αρέσει πολύ, τον διαβάζω από μικρή.
Χάρηκα ιδιαίτερα όταν μου είπε η Κατερίνα Μπερδέκα ότι θέλει να ανεβάσει
το «Έγκλημα στα Παρασκήνια». Γιατί της Κατερίνας ήταν, της σκηνοθέτιδάς
μας, η επιλογή, κι εμένα μου άρεσε που διάλεξε αυτό το έργο, γιατί με
γοητεύει το θέμα του. Μιλάει για τον κόσμο του θεάτρου και δείχνει ένα
κομμάτι των παρασκηνίων, πράγμα πολύ δύσκολο. Όλες τις σχέσεις, τα μίση,
τα πάθη, τις έριδες, τα τραύματα, τις αντιζηλίες, το φθόνο, τον
ανταγωνισμό, ότι τίποτα δεν φαίνεται όπως είναι, ότι όλοι φαίνεται να
έχουν πολύ καλές σχέσεις μεταξύ τους και να αγαπιούνται αλλά κατά βάθος
δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Αυτό εμένα με σαγηνεύει πολύ και θέλω να το φέρω
στη σκηνή.
Γιάννης Μαρής
* Ο Γιάννης Μαρής έχει γράψει για μια εποχή
μεταπολεμική στην Ελλάδα, μετά τα Δεκεμβριανά και για όλα αυτά τα
συγκλονιστικά, που είναι οι πιο απαίσιες μνήμες που έχουμε ως έθνος,
μετά τον πόλεμο. Αυτός ο διχασμός, αυτός ο εθνικός διχασμός, ο Εμφύλιος
δηλαδή, ο αδερφός να σκοτώνει τον αδερφό είναι ο χειρότερος πόλεμος που
μπορεί να υπάρξει. Τόσο διχαστικός που μπορεί να τρελάνει κόσμο. Κι έχω
παρατηρήσει ότι οι άνθρωποι που πραγματικά υπέφεραν εκείνη την εποχή,
έχουν μείνει σιωπηλοί, ίσως απ’ το μεγάλο τραύμα.
Ελένη Παπαδάκη
* Υπάρχει μια ιστορία που με έχει
συγκινήσει. Είναι η ιστορία της Ελένης Παπαδάκη. Έχω διαβάσει και το
βιβλίο του Πολύβιου Μαρσάν γι’ αυτήν και το «Η γυναίκα που πέθανε δύο
φορές» του Μάνου Ελευθερίου. Αυτή η ιστορία, λοιπόν, το να σκοτώνουν
μια τόσο σημαντική ηθοποιό πάνω στους πολιτικούς αναβρασμούς και μ’ έναν
τόσο βίαιο κι απάνθρωπο τρόπο, χωρίς να έχει αποκατασταθεί τίποτα από
τότε, είναι κάτι που καταρχάς με συγκλόνισε, κατά δεύτερον με ιντρίγκαρε
να ψάξω το γιατί συνέβη. Άρχισα να ρωτάω λοιπόν ως μικρότερη διάφορους
μεγαλύτερους ηθοποιούς. «Τι συνέβη λοιπόν τότε;» και δεν μου απαντούσαν.
Κι έτσι κατάλαβα ότι κάτι πρέπει να υπάρχει λίγο πιο περίεργο από κάτω.
Άκουσα μια φορά τυχαία τη φωνή της, από το BBC, ένα βράδυ απ’ την ΕΡΤ,
και συγκλονίστηκα. Είχα πάει, παίζοντας, στο θέατρο «Απόλλων», στη Σύρο,
που έχουν κάποια προσωπικά αντικείμενα από το καμαρίνι της κι είχα
μιλήσει με έναν υπεύθυνο εκεί, ο οποίος μου είχε δώσει κάποια στοιχεία
για την ιστορία της.
Τυχαία στο αρχοντικό που έμενα, σε έναν πολύ ωραίο
ξενώνα, το Αρχοντικό Βουρλή, υπήρχε αυτό το βιβλίο του Πολύβιου Μαρσάν
και το διάβασα. Έτσι άρχισα να σκέφτομαι. Για το φθόνο που φτάνει στο
σημείο εξαφάνισης του άλλου, όχι απλώς και μόνο σε επίπεδο ζήλιας ή
ζηλοτυπίας… Γιατί όταν προσπαθεί κάποιος να καταστρέψει κάποιον
επαγγελματικά, είναι ένα παιχνίδι δύναμης, το οποίο είναι επί ίσοις
όροις, μπορείς να τοποθετηθείς, να συγκρουστείς, να διεκδικήσεις. Όταν
όμως καταστρέφεις κάποιον φυσικά ή προσπαθείς να καταστρέψεις κάποιον
ηθικά, αρχίζουν τα μεγάλα κεφάλαια. Μόνον ο Ντοστογιέφσκι, ένας ανατόμος
της ανθρώπινης ψυχής, έχει μιλήσει απόλυτα γι’ αυτό. Όπως στο «Έγκλημα
και Τιμωρία».
Δύο ρόλοι
* Άρχισα να προβληματίζομαι, λοιπόν, σε
σχέση με αυτό το θέμα. Είδα ποιες προσωπικότητες θαύμαζα, ανθρώπους που
επιβίωναν και δημιουργούσαν κάτι με τη δουλειά τους. Τι σημαίνει να
είσαι ανθεκτικός, να είσαι δυνατός. Όλα αυτά υπάρχουν στο έργο του
Γιάννη Μαρή. Στην παράσταση, ερμηνεύω δύο ρόλους, παίζω και τη Ρόζα
Βεργή που τη δολοφονούν, την καταστρέφουν βασικά, και την άξια
πρωταγωνίστρια Λένα Παυλίδη που κάτι έχει γίνει στην Κατοχή μεταξύ τους.
Και εισέρχεται και το θέμα της φιλίας, ότι υπήρξαν κάποτε φίλες και
τώρα πια δεν είναι, γιατί υπάρχουν ακόμη τα βαθιά τραύματα του
παρελθόντος που και οι δύο προσπαθούν να κρύψουν. Με την Κατερίνα
Μπερδέκα είχαμε συμφωνήσει από την αρχή να κάνω τη Λένα Παυλίδη και της
πρότεινα να υποδυθώ και τη Ρόζα Βεργή κι ας μην υπήρχε ρόλος, να τον
κάνουμε να υπάρξει.
Γιατί μου αρέσει εμένα η Ρόζα Βεργή; Γιατί κάτι ανακινεί σε όλους μας εκεί που μας πονάει. Ας πούμε είναι μια πολύ ωραία, έχει πάρα πολλές σχέσεις, είναι ελεύθερη, είναι κοινωνική, δεν έχει κανένα φίλο, δεν είναι τυχαίο αυτό. Θέλω να πω δεν είναι όλα όπως τα διαβάζουμε πάντα, ή όπως μας τα λένε. Η Λένα Παυλίδη, από την άλλη, έχει ένα ψυχικό τραύμα με τον αδερφό της που την εμποδίζει να πάρει θέση πιο δυναμική.
Από την πλευρά της η Ελένη Παπαδάκη, για να κάνουμε το συνειρμό, βοηθούσε πάρα πολύ τους συναδέλφους της και τον κόσμο, και σύμφωνα με αυτό το βιβλίο που έχω διαβάσει, με κάποια αφορμή τη διαγράψανε από το Σωματείο Ηθοποιών. Αυτή ήταν η αρχή του τέλους γι’ αυτήν. Δεν βρέθηκε ένας να την προστατέψει.
Έγκλημα πάθους
* Δεν είναι μόνο για το θέατρο, λοιπόν.
Γιατί δεν σκοτώνεις κανέναν επειδή τον αντιπαθείς ή τον φθονείς ή θες να
τον εξαφανίσεις. Και νομίζω ότι ο Μαρής έχει εμπνευστεί και από αυτή
την ιστορία, η οποία συζητιόταν τότε πολύ. Βέβαια, το διαχειρίστηκε
διαφορετικά, έφτιαξε ένα αστυνομικό μυθιστόρημα. Και στην παράσταση
γίνεται λόγος για έγκλημα πάθους.
Πολύ συχνά το κοινό γοητεύεται από τα εγκλήματα. Όπως και τα μικρά παιδιά που τους αρέσουν οι κακοί για να ξορκίσουν αυτό που έχουν μέσα τους. Είναι καταπληκτική διαδικασία.
Πολύ συχνά το κοινό γοητεύεται από τα εγκλήματα. Όπως και τα μικρά παιδιά που τους αρέσουν οι κακοί για να ξορκίσουν αυτό που έχουν μέσα τους. Είναι καταπληκτική διαδικασία.
Ο διάλογος ηθοποιών και θεατών
* Μετά τα πρώτα λεπτά της παράστασης, το
κοινό δεν ακούγεται καθόλου, σαν να κρατάει την αναπνοή του. Νομίζω ότι
αυτός ο διάλογος μεταξύ ηθοποιών και θεατών είναι σαν μουσική παύση. Μας
δείχνουν με τον τρόπο αυτό ότι προσπαθούν να μπουν μέσα στην ιστορία.
Ο Γιάννης Μαρής είναι διαχρονικός. Το μυθιστόρημα αυτό έχει γοητεία, σασπένς. Παρουσιάζει νε ζωντάνια αυτό το πάθος, όταν δεν μπορείς να έχεις κάποιον, μέχρι πού μπορείς να φτάσεις.
Ο Γιάννης Μαρής είναι διαχρονικός. Το μυθιστόρημα αυτό έχει γοητεία, σασπένς. Παρουσιάζει νε ζωντάνια αυτό το πάθος, όταν δεν μπορείς να έχεις κάποιον, μέχρι πού μπορείς να φτάσεις.
Η «Καύση»
* Φέτος παίζω και στην «Καύση» του Στράτου
Τζίτζη. Έργο επίκαιρο, το οποίο μιλάει για τη σημερινή κατάσταση. Έργο
βαθιά πολιτικό. Μπορεί ο θεατής, βλέποντάς το, να καταλάβει αλληγορικά
τι συμβαίνει μέσα από τις σχέσεις των ανθρώπων που καταρρέουν, που είναι
όλο αυτό που βιώνουμε σήμερα σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό. Γιατί
έχουν επηρεαστεί οι σχέσεις των ανθρώπων από την κρίση. Είναι δύσκολο να
κρατήσεις την ακεραιότητά σου, να μην πληγωθείς, να μην πάρεις στα
σοβαρά κάποιον που προσπαθεί να σε βλάψει. Γιατί στις εποχές που όλα τα
πράγματα είναι πολύ ανθηρά και θετικά, δύσκολα δίνεις σημασία σε μια
κακή συμπεριφορά. Σκέπτεσαι «άφησέ τον τώρα, δεν πειράζει». Σήμερα που
έχεις πραγματικά ανάγκη τους ανθρώπους, κάποιος αν δεν κάνει κάτι για
σένα επειδή σ’ αγαπάει ή δεν κάνεις εσύ κάτι για κάποιον που αγαπάς τού
στοιχίζει πολύ περισσότερα πράγματα. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο, υπάρχουν
μόνο οι ανθρώπινες σχέσεις, τα υλικά τελειώσανε, δεν υπήρχαν και ποτέ
στην Ελλάδα τόσο πολύ όσο πιστεύαμε. Είναι βασικό, είναι ο μεγαλύτερος
πλούτος που μπορείς να έχεις, τα παλάτια, τα σκάφη, τα αυτοκίνητα.
Η ανθρωπιά
* Βγάλαμε την ανθρωπιά από τις σχέσεις μας,
εξαιτίας της ανωριμότητας που έχουμε ως λαός και θέλουμε να είμαστε
νήπια μέχρι τα 80.
Η καλοπέραση
* Νομίζουμε ότι όλοι μάς οφείλουν κάτι. Την
καλοπέρασή μας. Εξαρτάται τι σημαίνει για τον καθένα καλοπέραση. Ο
μοναχός στο Θιβέτ μπορεί να θεωρεί καλοπέραση το να κάνει τις ασκήσεις
του κάθε μέρα και να είναι πολύ ευτυχισμένος, ο ψαράς μπορεί να θεωρεί
καλοπέραση το να έχει μια μπουνάτσα πολύ ωραία και να πηγαίνει να
ανοίγεται στο πέλαγος και να μιλάει με τη θάλασσα... Δεν είναι η
καλοπέραση για όλους το ίδιο.
Το όριο
* Εμείς χάσαμε ο καθένας το δικό του το
όριο, όχι το γενικότερο. Ο καθένας το δικό του. Γιατί, αν έχεις
προσωπικότητα, βάζεις το δικό σου το όριο. Μπορεί να μη θέλετε εσείς να
κάνετε αυτό που θέλω εγώ. Κι εγώ να μη θέλω να κάνω αυτό που κάνετε
εσείς. Δεν σας κρίνω, ούτε εσείς με κρίνετε! Θαυμάζω αυτό που κάνετε και
θαυμάζετε αυτό που κάνω και λες «τι ωραία». Αυτό είναι! Δεν χρειάζεται
να θεωρούμε ότι πρέπει να κάνουμε όλοι το ίδιο. Τι σημαίνει να είσαι
επιτυχημένος; Το θέμα είναι να είσαι επιτυχημένος άνθρωπος. Δεν είναι να
είσαι επιτυχημένος επαγγελματίας ή πλούσιος ή οτιδήποτε. Αν είσαι
επιτυχημένος άνθρωπος σημαίνει ότι έχεις έναν εσωτερικό κόσμο πλούσιο,
ώστε να διαλέξεις εσύ για εσένα τι είναι αυτό που σε κάνει ευτυχισμένο.
Θέλεις να γίνεις Rockefeller; Πλήρωσε το τίμημα! Μπορεί να θέλεις να
γίνεις ασκητής, πλήρωσε! Δηλαδή όλα είναι τι επιλέγει ο καθένας για τον
εαυτό του. Δεν πιστεύω ότι όλοι πρέπει να κοιτάνε προς το ίδιο σημείο.
Γι’ αυτό αγαπώ το θέατρο γιατί είναι ένας ελεύθερος χώρος.
Χρέος και αφοσίωση
* Θα ήταν ψέμα να πω ότι το χρέος μας και η
καλλιτεχνική μας αφοσίωση ισχύει μόνο για σήμερα. Αυτό συμβαίνει πάντα
στους ηθοποιούς που βγαίνουν σε μια θεατρική σκηνή. Πάντα θέλουν να
κάνουν το καλύτερο για το κοινό που θα έρθει να τους παρακολουθήσει. Δεν
υπάρχει περίπτωση να κάνεις ποτέ έκπτωση επειδή ξαφνικά αμείβεσαι
λιγότερο ή περισσότερο, δεν υπάρχει αυτό σε κανέναν ηθοποιό, σε κανέναν.
Με το που πατάει κάποιος στη σκηνή κάνει τη δουλειά του. Δεν φέρνει καν
τον εαυτό του, τη δουλειά του φέρνει. Απλώς σήμερα εγώ θαυμάζω όλους
τους ηθοποιούς που πατάνε το πόδι στο θεατρικό σανίδι στην Αθήνα κάπου.
Γιατί έχουν αλλάξει πολλά πράγματα και η δουλειά μας έχει δυσκολέψει
ακόμα περισσότερο. Οι περισσότεροι στερούνται άλλα πράγματα για να
κάνουν μια θεατρική παράσταση, η συντριπτική πλειονότητα των ηθοποιών,
το 80% θα πω. Όμως εμάς αυτή είναι η τέχνη μας, είναι κάτι το οποίο
πιστεύουμε. Όταν ξανάρθουν οι καλύτερες εποχές, το ξαναβλέπουμε. Τώρα το
μόνο που έχει να κάνει κάποιος είναι να επιδιώκει να κάνει πρόβες και
να κάνει μια παράσταση. Ο καθένας με το υπόβαθρο που έχει και τη
διαδρομή που έχει πραγματοποιήσει, πάντα προσπαθεί να δώσει τον καλύτερο
εαυτό του σε σχέση με τη στιγμή της ζωής που βρίσκεται. Αυτό στο θέατρο
δεν θα σταματήσει ποτέ, είναι ανάγκη.
Η ματαιοδοξία
* Ο μεγαλύτερος εχθρός του ηθοποιού είναι η
ματαιοδοξία. Το να επιδιώξεις κάτι μόνο για τώρα, είτε είναι κάτι στη
σκηνή, είτε είναι κάτι δημόσια προβαλλόμενο. Έχει πολύ σύντομη
ημερομηνία λήξης η ματαιοδοξία, δεν κοιτάει μακριά… Νομίζω ότι αυτό
είναι το χειρότερο. Το θέατρο είναι ένα μεγάλο ποτάμι και είναι κρίμα να
μπαίνεις σε ρυάκια ματαιοδοξίας, σε ρυάκια συμφέροντος. Είναι κρίμα να
επικρατεί η χρησιμοθηρία και ο ατομικισμός. Για μένα το βαθύ ήθος είναι
να εκτιμάς κάποιον ακόμα και αν δεν είναι αναγνωρισμένος ή
αναγνωρίσιμος, ακόμα κι αν είναι περίεργος χαρακτήρας, ακόμα κι αν έχει
πολλά μειονεκτήματα, εφόσον βλέπεις ότι είναι ταλαντούχος και πασχίζει.
Να σταματήσουμε την οικογενειοκρατία και τις κάθε είδους προβολές. Όταν
βλέπεις ότι είναι άνθρωπος που με την τέχνη του κάτι καταθέτει, να μη σε
νοιάζουν καθόλου τα άλλα. Γιατί τότε γίνεσαι λίγος, αρχίζεις και
κλείνεις.
Το ταλέντο
* Το ταλέντο είναι βασική και απαραίτητη
προϋπόθεση, το όποιο δεν ξέρω ακόμη να το ορίσω τι είναι και τι δεν
είναι, αυτό που ξέρω όμως είναι ότι όταν κάνεις μια δουλειά και δεν
έχεις ταλέντο υποφέρεις.
Ρόλοι
* Υπάρχουν αρκετοί ρόλοι που με
ενδιαφέρουν. Κυρίως θέλω να παίξω Εκάβη αλλά πρέπει να μεγαλώσω λίγο.
Προτεραιότητά μου όμως είναι η συνεργασία για να παίξω κάτι. Γιατί δεν
μ’ αρέσει να είμαι μόνη μου στη σκηνή, μ’ αρέσει να έχω πάντα ένα
συμπαίκτη και ένα σκηνοθέτη με τον οποίο να μπορώ να κάνω μια πνευματική
διαδρομή. Όταν ήμουνα μικρότερη πίστευα ότι αυτό μπορεί να το κάνεις
και μόνος σου. Αλλά δεν είναι καθόλου έτσι. Το θέατρο είναι θέμα
συνεργασίας και για μένα είναι πια πολύ σημαντικός ο σκηνοθέτης που
μπορεί να σε βοηθήσει πνευματικά, ειδικά σε δύσκολους ρόλους.
Συγγραφείς
* Αγαπημένοι μου συγγραφείς είναι ο Καζαντζάκης, ο Ντοστογιέφσκι, ο Ονορέ ντε Μπαλζάκ, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα, ο Μαρκές…
Βιβλίο
* Τελευταίο βιβλίο που διάβασα είναι το Συμπόσιο του Πλάτωνα.
Τραγούδι
* Αγαπημένο μου τραγούδι είναι αυτό που λέω στην παράσταση, το «Δε θέλω πια να ξαναρθείς» του Μανώλη Χιώτη.
Ζώα
* Είχα ένα σκυλί και ένα γατί αλλά τώρα δεν
έχω γιατί φύγανε… Αλλά έχει περιμαζέψει η μικρή μου αδερφή μια γάτα,
την Μπετίνα, η οποία συνέχεια μας περιτριγυρίζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου