Της Αγγελικής Παρασίδου.
Τι σχήμα οξύμωρο αυτό που συμβαίνει στην πατρίδα μας! Για μερικούς απελπισμένους που εισέρχονται φαντάζει η “γη της επαγγελίας” ενώ για άλλους που εξέρχονται αυτής έχει γίνει ο “τόπος κολάσεως”.
Κοινός παρονομαστής αυτών των ανθρώπων και των μεν αλλά και των δε η απελπισία και το δικαίωμα στο όνειρο και την αξιοπρέπεια. Ηθικός αυτουργός το ελληνικό κράτος και η απραξία του τόσο για τους μεν όσο και τους δε. Τίποτα ουσιαστικό και αποτελεσματικό για τους χιλιάδες που συρρέουν και τίποτα ουσιαστικό – αποτελεσματικό για τους χιλιάδες που αναχωρούν. Όλοι εμείς οι υπόλοιποι που μένουμε “πίσω” βιώνουμε μια κατάσταση παράδοξη, παράξενη, παράτολμη όπου προσπαθούμε να ανταπεξέλθουμε με νύχια και με δόντια εντός συνόρων.
Τους τελευταίους μήνες έχουμε γίνει μάρτυρες ενός ολοένα αυξανόμενου ρεύματος φυγής Ελλήνων κάθε ηλικίας προς πάσα κατεύθυνση. Ο ελληνισμός της διασποράς είναι εδώ και καλά κρατεί.
Οι περισσότεροι πλέον από εμάς έχουμε κάποιον γνωστό, φίλο ή συγγενή που εξαναγκάστηκε να πάρει τη βαριά απόφαση της φυγής σε ξένα μέρη. Άνθρωποι που θέλουν να ζήσουν. Και να ζήσουν με αξιοπρέπεια. Είτε βρίσκονται στην ανατολή της ζωής τους, είτε ...
διανύοντας -τα λεγόμενα- δημιουργικά τους χρόνια, είτε βρίσκονται στη δύση της ζωής τους.
Αν μιλήσεις μαζί τους διακρίνεις την πάλη μέσα τους στο θέλω και το πρέπει. Στο γνώριμο και στο άγνωστο. Στην αισιοδοξία και στην απαισιοξία. Μια συσκευασμένη κούτα η ζωή τους και μια βαλίτσα. Η ψυχή τους έχει περάσει από πολλά σκαμπανεβάσματα. Από το “θα τα καταφέρω”, στο “δε βγαίνω”, μετά στην απελπισία και την απόγνωση, έπειτα στο “ναι αλλά πού” και ψάχνοντας αγωνιωδώς με τις ώρες σελίδες αγγελιών εξωτερικού και επιστρατεύοντας όλους τους γνωστούς και συγγενείς που βρίσκονται ήδη στο εξωτερικό και εργάζονται επιζητώντας συμβουλές, κουράγιο, παρότρυνση.
Και τότε ένας άλλος νέος γύρος ψυχικής φουρτούνας εμφανίζεται. Και τελικά η απόφαση ελήφθη. Δεν πάει άλλο. Φεύγω. Τους βαρέθηκα, τους σιχάθηκα, δεν τους μπορώ. Θα ρίξω μαύρη πέτρα πίσω μου. Η πάλη της οργής και του πείσματος. Μετά, μια μικρή δόση αισιοδοξίας και ελπίδας έχει αρχίσει να διαφαίνεται. Ένα συγκρατημένο χαμόγελο, ίσως και μια μικρή ικανοποίηση. Αγωνία για το μέλλον; Ναι, φυσικά αλλά μπροστά στην πρότερη συνεχή αγωνία της ταλανιζόμενης ζωής τους και του άγχους αυτή ίσως είναι πιο γλυκιά. Η γλυκιά αγωνία της προσμονής για το άγνωστο που μπορεί – πού ξέρεις – να οδηγήσει στη ΛΥΤΡΩΣΗ.
Παρακάτω δημοσιεύουμε το ποίημα ενός συνδημότη μας – επιχειρηματία της πόλης, ο οποίος αποφάσισε να φύγει με την οικογένειά του στο εξωτερικό αφού πρώτα έκλεισε την επιχείρησή του αηδιασμένος από τις πρακτικές του ανύπαρκτου ελληνικού κράτους.
Με πόνο ψυχής
Κηφήνες οι πολιτικοί
κηφήνες και οι παπάδες
σάπιο είναι το σύστημα
χωρίς τους μαχαλάδες
Για δες ρε φίλε πώς φτάσαμε
στην άκρη του γκρεμού
με μια κλωτσιά στα πισινά
μας στέλνουνε για αλλού.
Είναι κατάσταση αυτή
που βρίσκετε η Ελλάδα
την κλέψανε, τη φάγανε και την πουλήσανε
για μια μακαρονάδα.
Άγγλοι, Γάλλοι, Γερμανοί
επέσανε επάνω
σαν όρνια στο ψοφίμι τους
και κάτι παραπάνω.
Σιχάθηκα το σύστημα
με κούρασε πολύ
και φεύγω στα εξήντα μου
σε άλλη ανατολή.
Δεν πρόκειται ποτέ να συγχωρήσω
πάλι τα λάθη που εκάνανε
και μας οδήγησαν
στο μαύρο μας το χάλι.
Πατρίδα είναι αυτή
που δεν σε καθηλώνει
σου δίνει δύναμη
κι’ όλο σε ανυψώνει.
Με έδειρε η μάνα μου και πάω στη μητριά μου
η θάλασσα, ο ουρανός
και ο αίθριος καιρός
δεν ήταν αρκετός.
Ήταν σαν ψεύτικος
χωρίς ουρά χαρταετός
που πέταξε ψηλά και χάθηκε από τα μάτια
του ήλιου φως.
Σημείωση: το ποίημα δεν είναι προς εκμετάλλευση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου